Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

Απόψε μιλήσαμε επιπλέοντας

Απόψε μιλήσαμε επιπλέοντας







Κενοφωτεί το φεγγάρι και οι ουρανοί ξεχασμένοι αποσιωπούνται. Οι φωνές των πουλιών αντάμωση μαρτυρούν. Των φύλλων το θρόισμα ακυρώνει τις μεγάλες αποστάσεις. Εκεί όπου ραγίζονται τα βήματα. Εκεί που κανένα τώρα δεν συνθέτει το παρόν.
Μεταξύ θάλασσας και ουρανού, αναπνοές. Μεταξύ εισπνοής και εκπνοής, χρώματα και σκιές - όλα εκεί, ανέπαφα. Προσκεκλημένα και συγχρόνως ανεπιθύμητα. Ανακυκλώνονται μαζεύοντας σπαράγματα φωτός. Κανένα άθροισμα δεν δηλώνει ήλιο κανένα. Πώς να ξεδιψάσεις από ποτάμι θολό; Πώς να κατανεμηθείς και ολόκληρος να μείνεις;
Μια πόρτα σιδερένια, μισάνοιχτη. Δεντράκια δυο, το ένα φυλλοβόλο το άλλο αειθαλές˙ εκ τύχης. Καρέκλα, τραπέζι, πιάτο, μήλο. Δυο κουβέντες, κάτω πεσμένες˙ ακίνητες. Βήματα πήλινα. Ούτε μικρά, ούτε προσεκτικά. Χέρια ξύλινα. Χέρια κλαδιά. Μακριά και άδεια. Ξαφνικά ένα δέντρο σηκώθηκε από το στήθος. Ένα πυκνό, ανήμερο δέντρο. Ρίζες βαθιές μέσα στο χώμα, αιώνες τώρα. Ανήμερο δέντρο με ρίζες βαθιές.Υποκύπτουν οι ρίζες με δέος˙ άλλοτε στην αντάρα και άλλοτε στο φτερούγισμα της νύχτας. Πίσω από το χάρτινο κήπο. Πίσω από το χάρτινο πρόσωπο. Θόρυβοι και τυμπανοκρουσίες επίσημες. Βιάστηκε ο φακός να κλείσει κι έμεινε το χαμόγελο μετέωρο. Ημέρες θρυμματισμένες. Αναμονές που ρίχνονται στις ρωγμές του ανέμου. Βουή δια πυρός και σιδήρου, οι μέρες.Αναποδογυρίζουν μπουκάλια. Τρέχει το διαφανές υγρό με ορμή στο στόμιο˙ καίει οισοφάγους˙ περνά από οξυγόνα αναπνοές˙ κυλά πάνω σε καρδιές˙ τσούζουν πληγές ξαναματώνουν γδέρνουν ιστούς˙ αποσυνθέτουν. Στο στομάχι σπαθιά κατεβαίνουν˙ στους νευρώνες χορεύουν επιθέσεις. Άμυνες παραλύουν και λογικές. Περπατάνε αναθυμιάσεις στα ημισφαίρια του εγκεφάλου.
Πόσος καιρός λοιπόν και πόσες λέξεις…
Απόψε μιλήσαμε επιπλέοντας.










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου